Θετικός Συγκριτικός Υπερθετικός
αἰσχρός ὁ , ἡ αἰσχίων τὸ αἴσχιον αἴσχιστος
ἐχθρός ὀ , ἠ ἐχθίων τὸ ἔχθιον ἔχθιστος
ἐχθρότερος ἐχθρότατος
ἡδύς ὁ , ἡ ἡδίων τὸ ἥδιον ἥδιστος
καλός ὁ , ἡ καλλίων τὸ κάλλιον κάλιστος
μέγας ὁ , ἡ μείζων τὸ μεῖζον μέγιστος
ῥᾲδιος ὁ , ἡ ῥᾲων τὸ ῥᾷον ῥᾷστος
ταχὺς ὁ , ἡ θάττων τὸ θᾶττον τάχιστος
ἀγαθός ὁ , ἡ άμείνων τὸ ἄμεινον ἄριστος
κρείττων κρεῖττον κράτιστος
βελτίων βέλτιον βέλτιστος
λῲων λῷον λῷστος
κακός ὁ , ἡ κακίων τὸ κάκιον κάκιστος
χείρων χεῖρον χείριστος
μακρός μακρότερος μακρότατος
μήκιστος
μικρός ὁ , ἡ ἐλάττων τὸ ἔλαττον έλάχιστος
ἥττων ἧττον
μικρότερος μικρότατος
ὀλίγος ὁ , ἡ μείων τὸ μεῖον όλίγιστος
πολύς ὁ , ἡ πλείων τὸ πλέον πλεῖστος
Κλίση των Συγκριτικών
Γεν. τοῦ, τῆς βελτίονος τοῦ βελτίονος
Δοτ. τῷ, τῇ βελτίονι τῷ βελτίονι
Αιτ. τὸν, τῆν βελτίονα ή βελτίω τὸ βέλτιον
Κλητ. ὦ βέλτιον ὦ βέλτιον
Ονομ. οἱ, αἱ βελτίονες ή βελτίους τὰ βελτίονα ή βελτίω
Γεν. τῶν βελτιόνων τῶν βελτιόνων
Δοτ. τοῖς , ταῖς βελτίοσι(ν) τοῖς βελτίοσι(ν)
Αιτ. τοὺς, τὰς βελτίονας ή βελτίους τὰ βελτίονα ή βελτίω
Κλητ. ὦ βελτίονες ή βελτίους ὦ βελτίονα ή βελτίω
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου