Α΄. Ενεργητική φωνή
Οριστική
|
Ενεστώτας
|
ἵ-στη-μι
ἵ-στη-ς
ἵ-στη-σι(ν)
ἵ-στα-μεν
ἵ-στᾰ-τε
ἵ-στᾶ-σι(ν)
|
τί-θη-μι
τί-θη-ς (τι-θεῖς)
τί-θη-σι
τί-θε-μεν
τί-θε-τε
τι-θέ-ασι(ν)
|
ἵ-η-μι
ἵ-η-ς (ἱ-εῖ-ς)
ἵ-η-σι(ν)
ἵ-ε-μεν
ἵ-ε-τε
ἱ-ᾶ-σι(ν)
|
δί-δω-μι
δί-δω-ς
δί-δω-σι(ν)
δί-δο-μεν
δί-δο-τε
δι-δό-ασι(ν)
|
Παρατατικός
|
ἵ-στη-ν
ἵ-στη-ς
ἵ-στη
ἵ-στα-μεν
ἵ-στᾰ-τε
ἵ-στα-σαν
|
ἐ-τί-θην
ἐ-τί-θεις
ἐ-τί-θει
ἐ-τί-θε-μεν
ἐ-τί-θε-τε
ἐ-τί-θε-σαν
|
ἵη-ν
ἵ-εις
ἵ-ει
ἵ-ε-μεν
ἵ-ε-τε
ἵ-ε-σαν
|
ἐ-δί-δουν
ἐ-δί-δους
ἐ-δί-δου
ἐ-δί-δομεν
ἐ-δί-δοτε
ἐ-δί-δοσαν
| |
Υποτακτική
|
Ενεστώτας
|
ἱ-στῶ
ἱ-στῇς
ἱ-στῇ
ἱ-στῶμεν
ἱ-στῆτε
ἱ-στῶσι(ν)
|
τι-θῶ
τι-θῇς
τι-θῇ
τι-θῶμεν
τι-θῆτε
τι-θῶσι(ν)
|
ἱ-ῶ
ἱ-ῇς
ἱ-ῇ
ἱ-ῶμεν
ἱ-ῆτε
ἱ-ῶσι(ν)
|
δι-δῶ
δι-δῷς
δι-δῷ
δι-δῶμεν
δι-δῶτε
δι-δῶσι(ν)
|
Ευκτική
|
Ενεστώτας
|
ἱ-σταίη-ν
ἱ-σταίη-ς
ἱ-σταίη
ἱ-σταίη-μεν
(-αῖμεν)
ἱ-σταίη-τε
(-αῖτε)
ἱ-σταίη-σαν
(-αῖεν)
|
τι-θείη-ν
τι-θείη-ς
τι-θείη
τι-θείη-μεν
(-εῖμεν)
τι-θείη-τε
(-εῖτε)
τι-θείη-σαν
(-εῖεν)
|
ἱ-είη-ν
ἱ-είη-ς
ἱ-είη
ἱ-είη-μεν
(ἱεῖμεν)
ἱ-είη-τε
(ἱεῖτε)
ἱ-είη-σαν
(ἱεῖεν)
|
δι-δοίη-ν
δι-δοίη-ς
δι-δοίη
δι-δοίη-μεν
(-οῖμεν)
δι-δοίη-τε
(-οῖτε)
δι-δοίη-σαν
(-οῖεν)
|
Προστακτική
|
Ενεστώτας
|
ἵ-στη
ἱ-στά-τω
ἵ-στα-τε
ἱ-στά-ντων
(ἱστάτωσαν)
|
τί-θει
τι-θέ-τω
τί-θε-τε
τι-θέ-ντων
(τιθέτωσαν)
|
ἵ-ει
ἱ-έ-τω
ἵ-ε-τε
ἱ-έ-ντων
(ἱέτωσαν)
|
δί-δου
δι-δό-τω
δί-δο-τε
δι-δό-ντων
(διδότωσαν)
|
Απαρ.
|
Ενεσ.
|
ἱ-στά-ναι
|
τι-θέ-ναι
|
ἱ-έ-ναι
|
δι-δό-ναι
|
Μετοχή
|
Ενεστώτας
|
ἱ-στὰς
(ἱστάντος)
ἱ-στᾶσα
(ἱστάσης)
ἱ-στὰν
(ἱστάντος)
|
τι-θεὶς
(τιθέντος)
τι-θεῖσα
(τιθείσης)
τι-θὲν
(τιθέντος)
|
ἱ-εὶς (ἱ-έντος)
ἱ-εῖσα (ἱ-είσης)
ἱ-ὲν (ἱέντος)
|
δι-δοὺς
(διδόντος)
δι-δοῦσα
(δι-δούσης)
δι-δὸν
(δι-δόντος)
|
2. Αόριστος β΄
| ||||
Οριστική
|
ἔ-στην
ἔ-στη-ς
ἔ-στη
ἔ-στη-μεν
ἔ-στη-τε
ἔ-στη-σαν
|
ἔ-θη-κα
ἔ-θη-κας
ἔ-θη-κε
ἔ-θε-μεν
ἔ-θε-τε
ἔ-θε-σαν
|
ἧ-κα
ἧ-κας
ἧ-κε
εἷ-μεν (ἑ-jε-μεν)
εἷ-τε
εἷ-σαν
|
ἔ-δω-κα
ἔ-δω-κας
ἔ-δω-κε
ἔ-δο-μεν
ἔ-δο-τε
ἔ-δο-σαν
|
Υποτακτική
|
στῶ, στῇς, στῇ
στῶμεν, στῆτε
στῶσι(ν)
|
θῶ, θῇς, θῇ
θῶμεν, θῆτε
θῶσι(ν)
|
ὧ, ᾗς, ᾗ
ὧμεν, ἧτε
ὧσι(ν)
|
δῶ, δῷς, δῷ
δῶμεν, δῶτε
δῶσι(ν)
|
Ευκτική
|
σταίη-ν
σταίη-ς
σταίη
σταίη-μεν
(σταῖμεν)
σταίη-τε
(σταῖτε)
σταίη-σαν
(σταῖεν)
|
θείη-ν
θείη-ς
θείη
θείη-μεν
(θεῖμεν)
θείη-τε
(θεῖτε)
θείη-σαν
(θεῖεν)
|
εἵη-ν
εἵη-ς
εἵη
εἵη-μεν
(εἷμεν)
εἵη-τε
(εἷτε)
εἵη-σαν
(εἷεν)
|
δοί-ην
δοί-ης
δοί-η
δοί-ημεν
(δοῖ-μεν)
δοί-ητε
(δοῖ-τε)
δοί-ησαν
(δοῖεν)
|
Προστακτική
|
στῆ-θι
στή-τω
στῆ-τε
στά-ντων
(στή-τωσαν)
|
θὲ-ς
θέ-τω
θέ-τε
θέ-ντων
(θέτωσαν)
|
ἓ-ς
ἕ-τω
ἕ-τε
ἕ-ντων
(ἕ-τωσαν)
|
δὸ-ς
δό-τω
δό-τε
δό-ντων
(δότωσαν)
|
Απαρ.
|
στῆναι
|
θεῖναι
|
εἷναι
|
δοῦναι
|
Μετοχή
|
στὰς (στάντος)
στᾶσα (στάσης)
στὰν (στάντος)
|
θεὶς (θέντος)
θεῖσα (θείσης)
θὲν (θέντος)
|
εἳς (ἕντος)
εἷσα (εἵσης)
ἓν (ἕντος)
|
δοὺς (δόντος)
δοῦσα (δούσης
δὸν (δόντος)
|
Β΄. Μέση φωνή
Οριστική
|
Ενεστώτας
|
ἵ-στα-μαι
ἵ-στα-σαι
ἵ-στα-ται
ἱ-στά-μεθα
ἵ-στα-σθε
ἵ-στα-νται
|
τί-θε-μαι
τί-θε-σαι
τί-θε-ται
τι-θέ-μεθα
τί-θε-σθε
τί-θε-νται
|
ἵ-ε-μαι
ἵ-ε-σαι
ἵ-ε-ται
ἱ-έ-μεθα
ἵ-ε-σθε
ἵ-ε-νται
|
δί-δο-μαι
δί-δο-σαι
δί-δο-ται
δι-δό-μεθα
δί-δο-σθε
δί-δο-νται
|
Παρατατικός
|
ἱ-στά-μην
ἵ-στα-σο
ἵ-στα-το
ἱ-στά-μεθα
ἵ-στα-σθε
ἵ-στα-ντο
|
ἐ-τι-θέ-μην
ἐ-τί-θε-σο
ἐ-τί-θε-το
ἐ-τι-θέ-μεθα
ἐ-τί-θε-σθε
ἐ-τί-θε-ντο
|
ἱ-έ-μην
ἵ-ε-σο
ἵ-ε-το
ἱ-έ-μεθα
ἵ-ε-σθε
ἵ-ε-ντο
|
δι-δῶμαι
δι-δῷ
δι-δῶται
δι-δώ-μεθα
δι-δῶσθε
δι-δῶνται
| |
Υποτακτική
|
Ενεστώτας
|
ἱ-στῶμαι
ἱ-στῇ
ἱ-στῆται
ἱ-στώμεθα
ἱ-στῆσθε
ἱ-στῶνται
|
τι-θῶμαι
τι-θῇ
τι-θῆται
τι-θώμεθα
τι-θῆσθε
τι-θῶνται
|
ἱ-ῶμαι
ἱ-ῇ
ἱ-ῆται
ἱ-ώμεθα
ἱ-ῆσθε
ἱ-ῶνται
|
δι-δῶμαι
δι-δῷ
δι-δῶται
δι-δώμεθα
δι-δῶσθε
δι-δῶνται
|
Ευκτική
|
Ενεστώτας
|
ἱ-σταί-μην
ἱ-σταῖ-ο
ἱ-σταῖ-το
ἱ-σταί-μεθα
ἱ-σταῖ-σθε
ἱ-σταῖ-ντο
|
τι-θεί-μην
τι-θεῖ-ο
τι-θεῖ-το
τι-θεί-μεθα
τι-θεῖ-σθε
τι-θεῖ-ντο
|
ἱ-εί-μην
ἱ-εῖ-ο
ἱ-εῖ-το
ἱ-εί-μεθα
ἱ-εῖ-σθε
ἱ-εῖ-ντο
|
δι-δοί-μην
δι-δοῖ-ο
δι-δοῖ-το
δι-δοί-μεθα
δι-δοῖ-σθε
δι-δοῖ-ντο
|
Προστακτική
|
Ενεστώτας
|
ἵ-στα-σο (ἵστω)
ἱ-στά-σθω
ἵ-στα-σθε
ἱ-στά-σθων
(-σθωσαν)
|
τί-θε-σο
τι-θέ-σθω
τί-θε-σθε
τι-θέ-σθων
(-σθωσαν)
|
ἵ-ε-σο
ἱ-έ-σθω
ἵ-ε-σθε
ἱ-έ-σθων
(-σθωσαν)
|
δί-δο-σο
δι-δό-σθω
δί-δο-σε
δι-δό-σθων
(-σθωσαν)
|
Απαρ.
|
Ενεστ.
|
ἵ-στα-σθαι
|
τί-θε-σθαι
|
ἵ-ε-σθαι
|
δί-δο-σθαι
|
Μετοχή
|
Ενεστώτ.
|
ἱ-στά-μενος
ἱ-στα-μένη
ἱ-στά-μενον
|
τι-θέ-μενος
τι-θε-μένη
τι-θέ-μενον
|
ἱ-έ-μενος
ἱ-ε-μένη
ἱ-έ-μενον
|
δι-δό-μενος
δι-δο-μένη
δι-δό-μενον
|
Ρήματα της β΄ συζυγίας (σε -μι)
2. Αόριστος β΄
Οριστική
|
ἐ-θέ-μην
ἔ-θου
ἔ-θε-το
ἐ-θέ-μεθα
ἔ-θε-σθε
ἔ-θε-ντο
|
εἵ-μην
εἷ-σο
εἷ-το
εἵ-μεθα
εἷ-σθε
εἷ-ντο
|
ἐ-δό-μην
ἔ-δου
ἔ-δοτο
ἐ-δό-μεθα
ἔ-δο-σθε
ἔ-δο-ντο
|
Υποτακτική
|
θῶμαι
θῇ
θῆται
θώμεθα
θῆσθε
θῶνται
|
ὧμαι
ᾗ
ἧται
ὥμεθα
ἧσθε
ὧνται
|
δῶμαι
δῷ
δῶται
δώμεθα
δῶσθε
δῶνται
|
Ευκτική
|
θεί-μην
θεῖ-ο
θεῖ-το
θεί-μεθα
θεῖ-σθε
θεῖ-ντο
|
εἵ-μην
εἷ-ο
εἷ-το
εἵ-μεθα
εἷ-σθε
εἷ-ντο
|
δοί-μην
δοῖ-ο
δοῖ-το
δοί-μεθα
δοῖ-σθε
δοῖ-ντο
|
Προστακτική
|
θοῦ
θέ-σθω
θέ-σθε
θέ-σθων
(θέσθωσαν)
|
οὗ
ἕ-σθω
ἕ-σθε
ἕ-σθων
(ἕσθωσαν)
|
δοῦ
δό-σθω
δό-σθε
δό-σθων
(δό-σθωσαν)
|
Απαρ.
|
θέ-σθαι
|
ἕ-σθαι
|
δό-σθαι
|
Μετοχή
|
θέ-μενος
θε-μένη
θέ-μενον
|
ἕ-μενος
ἑ-μένη
ἕ-μενον
|
δό-μενος
δο-μένη
δό-μενον
|
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου